Επιλογή Σελίδας

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Γ. Πανταζίδης1, Γ. Τρέζου2, Α. Καραθανάση1, Κ. Γούτα1, Ν. Σαμελής1, Σ. Μεθενίτης2,3,4,
Κ
. Φειδάντσης2,5, Σ. Παπαδοπούλου2,
Γ
. Παναγιώτου6

  1. Personal Wellness, Θεσσαλονίκη
  2. Τμήμα Επιστημών Διατροφής Και Διαιτολογίας, Σχολή Επιστημών Υγείας, Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος, Θεσσαλονίκη
  3. Εργαστήριο Αθλητικής Απόδοσης, Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού, Εθνικό Και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
  4. Θησέας, Κέντρο Φυσικής Ιατρικής Και Αποκατάστασης, Αθήν
  5. Εργαστήριο Φυσιολογίας Ζώων, Τμήμα Ζωολογίας, Τμήμα Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη
  6. Εργαστήριο Άσκησης, Υγείας Και Ανθρώπινης Απόδοσης, Τμήμα Επιστημών Ζωής, Σχολή Θετικών Επιστημών, Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, Λευκωσία

Σκοπός:

Η παρούσα μελέτη αποσκοπούσε στο να περιγράψει το αιματολογικούς, λιπιδαιμικούς και βιοχημικούς δείκτες βετεράνων αθλητών αντοχής του Νομού Θεσσαλονίκης και να τους αντιπαραβάλει με τις αντίστοιχες φυσιολογικές τιμές του γενικού πληθυσμού. ΥΛΙΚΟ & ΜΕΘΟΔΟΣ Στην έρευνα συμμετείχαν εθελοντικά, συνολικά 17 βετεράνοι άνδρες αθλητές αντοχής, ηλικίας 38.7±3.7έτη, προπονητικής εμπειρίας 6.3±2.7έτη, σωμ. μάζας 74.9±7.4kg και σωμ. ύψους 177.2±7.2cm. Μετά από ολονύχτια νηστεία και δομημένο διατροφικό πρόγραμμα 24ώρου, λήφθηκαν από τους συμμετέχοντες 20 ml φλεβικού αίματος από τη μέση φλέβα του βραχίονα μέσω του οποίου πραγματοποιήθηκε πλήρης αιμοτολογικός έλεγχος, βιοχημικός έλεγχος, έλεγχος λιπιδαιμικού προφίλ και προσδιοριμός τρανσαμινασών. Η επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιήθηκε μέσω του λογισμικού IBM SPSS Statistics v26. Τα δεδομένα περιγράφονται μέσω μέτρων κεντρικής τάσης και διασποράς (X ̅±SD) ενώ οι διαφορές από τις τιμές αναφοράς επισημαίνονται μέσω ποσοστών. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Σε ό,τι αφορά στα φυσιολογικά όρια του γενικού πληθυσμού, ένας αθλητής (6%) με χαμηλότερες τιμές κατά 11% στην HGB, 12% στον HCT, 13% στο MCV, 27% στο MCV. Λαμβάνοντας υπόψη για τη μέτρηση της ολικής χοληστερόλης (TC) το αυστηρό όριο των 170 mg/dL, βρέθηκαν οχτώ άτομα (47%) πάνω από τα αυστηρά φυσιολογικά επίπεδα κατά 8%, τα οποία όμως είναι κάτω από το ανώτατο φυσιολογικό όριο των 200 mg/dL, ενώ σε δύο από αυτά (11.8%) παρατηρήθηκαν αυξημένα επίπεδα της LDL-λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα των 116 mg/dL κατά 3%. Όσο αφορά στη γλυκόζη, ουρία, κρεατινίνη και τη C-αντιδρώσας πρωτεΐνη τα αποτελέσματα ήταν εντός των φυσιολογικών ορίων του γενικού πληθυσμού. Στη μέτρηση των επιπέδων του ουρικού οξέος (Uric acid) στο αίμα βρέθηκαν δύο αθλητές (11.8%) εκτός φυσιολογικών ορίων και στη μέτρηση των επιπέδων της οξαλοξεϊκής τρανσαμινάσης-SGOT βρέθηκε ένας αθλητής (6%) εκτός φυσιολογικών ορίων κατά 17.5%. Τέλος κατά τη μέτρηση των επιπέδων της κινάσης της κρεατίνης (CK) βρέθηκαν επτά αθλητές (41.2%) πάνω από το φυσιολογικό όριο του γενικού πληθυσμού κατά 48.5%.

Συμπέρασμα έρευνας:

Στη μελέτη αυτή δεν διαπιστώθηκαν στοιχεία που αναδεικνύουν προβλήματα στη φυσιολογική καρδιαγγειακή, αναπνευστική, νεφρική και ηπατική λειτουργία των αθλητών. Επίσης δεν εντοπίστηκαν στοιχεία φλεγμονής. Τα αυξημένα επίπεδα της κινάσης της κρεατινίνης (CPK) που βρέθηκαν σε 7 αθλητές πάνω από το φυσιολογικό όριο (<190 IU/L) φαίνεται να οφείλονται στην έντονη σωματική άσκηση.

Κοινοποίηση: